ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΣΦΑΛΙΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΑΠΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ
Βασίλειος Δ. Χριστομάνος
Δικήγορος παρ’ Αρείω Πάγω (ΑΜΔΣΘ 7305)
Διαπιστευμένος Διαμεσολαβητής (379/0713)
Σημαντική κάμψη της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων (361 ΑΚ) αποτελεί η υποχρέωση για σύναψη σύμβασης ασφαλίσεως αστικής ευθύνης από αυτοκινητικά ατυχήματα. Ο Ν. 489/1976 επιβάλλει τέτοια υποχρέωση στον κύριο ή κάτοχο αυτοκινήτου το οποίο τίθεται σε κυκλοφορία, του αφήνει όμως ελεύθερο να επιλέξει τον ασφαλιστή. Η υποχρεωτική ασφάλιση αστικής ευθύνης από αυτοκινητικό ατύχημα καλύπτει τους κινδύνους που προβλέπει ο Ν. 489/1976 και αφορά το οριζόμενο από το νόμο κατώτατο όριο ασφαλιστικής καλύψεως. Ο κανόνας είναι ότι ο ασφαλιστής ευθύνεται για όλους τους κινδύνους που προβλέπει ο Ν. 489/1976.
Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις, όπου η ασφαλιστική σχέση μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλισμένου είναι ισχυρή πλην όμως δεν υπάρχει κατά νόμο ασφαλιστική κάλυψη. Τούτο συντρέχει όταν δεν καλύπτεται ασφαλιστικά η ευθύνη του υπαιτίου οδηγού. Οι περιπτώσεις αυτές είναι :
α) Πρόκληση ζημίας σε τρίτο από πρόσωπο το οποίο επελήφθη της κατοχής του αυτοκινήτου με κλοπή ή βία (βλ. άρθρο 6 § 1 Ν. 489/1976) εφόσον δεν καλύπτεται η αστική του ευθύνη. Εδώ ο ασφαλιστής δικαιούται να στραφεί αναγωγικά κατά του υπαιτίου οδηγού.
β) Στην περίπτωση προκλήσεως ζημίας σε τρίτο από οδηγό ο οποίος επελήφθη του αυτοκινήτου με άλλη αξιόποινη πράξη (π.χ. υπεξαίρεση, αυτοδικία) εκτός από κλοπή ή βία. Εδώ έναντι του τρίτου καλύπτεται πλήρως ασφαλιστικά το ατύχημα από τον ασφαλιστή. Ο ασφαλιστής όμως σύμφωνα με το άρθρο 25 περ. 7 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ έχει δικαίωμα αναγωγής κατά του υπαιτίου οδηγού αλλά και κατά του ιδιοκτήτη.
γ) Σε περίπτωση προκλήσεως ζημίας σε τρίτο από πρόθεση του οδηγού που δεν είναι κύριος. Εδώ κατά το άρθρο 25 περ. 1 Κ4/585/1978 ΑΥΕ καθιερώνεται αποκλεισμός της ευθύνης του ασφαλιστή μόνο στις μεταξύ τούτου και του ασφαλισμένου σχέσεις. Έναντι του ζημιωθέντος τρίτου υπάρχει ασφαλιστική κάλυψη του κυρίου ή κατόχου του ζημιογόνου αυτοκινήτου. Αν ο ασφαλιστής αποζημιώσει τον τρίτο, δικαιούται κατόπιν να στραφεί αναγωγικά κατά του κυρίου και κατόχου και του οδηγού απαιτώντας όσα κατέβαλε στον τρίτο. Αν η ζημία στον τρίτο προκαλείται κατά την οδήγηση από τον κύριο του ασφαλισμένου αυτοκινήτου, τότε υπάρχει και έναντι του τρίτου πλήρης αποκλεισμός της ευθύνης του ασφαλιστή βάσει του άρθρου 6 § 1 Ν. 489/1976 με αντίστοιχη ανάληψη ευθύνης από το Επικουρικό Κεφάλαιο κατά το άρθρο 19 § 1 γ’ Ν. 489/1976. Δεν τίθεται τότε ζήτημα αναγωγής του ασφαλιστή αφού δεν υπάρχει περίπτωση να πληρώσει αυτός τον τρίτο.
δ) Άλλες περιπτώσεις παθολογίας της ασφαλιστικής σχέσης που θεμελιώνει δικαίωμα αναγωγής είναι η μη ολοκλήρωση, η ακυρότητα, η ακυρωσία, η λύση, η λήξη ή αναστολή της ασφαλιστικής σχέσης. Η ακυρότητα της ασφαλιστικής συμβάσεως μπορεί να οφείλεται σε ανικανότητα για δικαιοπραξία ενός από τους συμβαλλομένους για λόγο προβλεπόμενο από το νόμο (π.χ. ηλικία, έλλειψη συνειδήσεως των πραττομένων κλπ). Η ακυρωσία αφορά σύμβαση ασφάλισης που εμφανίζει ελάττωμα βουλήσεως λόγω πλάνης, απάτης ή απειλής. Εάν κατά τη σύναψη της ασφαλίσεως ο λήπτης της ασφάλισης ή ο ασφαλισμένος γνώριζε την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης, τότε ο ασφαλιστής δεν υποχρεούται σε παροχή (άρθρο 5 § 2 Ν. 2496/1997). Περίπτωση λύσεως της σύμβασης μπορεί να έχουμε λόγω καταγγελίας από οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο κατ’ άρθρο 9 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ ή λόγω καταγγελίας εξ αιτίας καθυστερημένης καταβολής του ασφαλίστρου κατ’ άρθρο 6 § 2 Ν. 2496/1997. Περίπτωση αναστολής της σύμβασης μπορεί να επέλθει σύμφωνα με το άρθρο 7 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ. Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις ο ασφαλιστής ευθύνεται έναντι του τρίτου και δεν μπορεί να αντιτάξει προς αυτόν τα άνω γεγονότα παρά μόνο υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 11 § 2 Ν. 489/1976, όμως έχει δικαίωμα αναγωγής κατά του ασφαλισμένου.
ε) Στις περιπτώσεις παραβάσεων ασφαλιστικών βαρών που βαρύνουν τον ασφαλισμένο, όπως για παράδειγμα η μη έγκαιρη ειδοποίηση του ασφαλιστή για την επέλευση της ασφαλιστικής περίπτωσης κατά το άρθρο 7 Ν. 2496/1997.
στ) Η περ. 6 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ όταν η ζημία προξενείται από οδηγό που δεν έχει την προβλεπόμενη από το νόμο και για την κατηγορία του οχήματος το οποίο οδηγεί άδεια οδηγήσεως. Δεν έχει σημασία ότι στο αυτοκίνητο επέβαινε πρόσωπο εφοδιασμένο με άδεια αλλά δεν οδηγούσε. Εδώ εμπίπτουν και οι περιπτώσεις μη ανανέωσης της άδειας οδήγησης κατ’ άρθρο 95 Ν. 2094/1992 (Κ.Ο.Κ.), ανάκλησής της λόγω μη ανανέωσης και αφαιρέσεώς της λόγω διάπραξης τροχαίων παραβάσεων.
ζ) Η προβλεπόμενη στην § 8 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ, δηλαδή όταν η ζημία προξενείται σε χρόνο που ο οδηγός του αυτοκινήτου τελεί υπό την επίδραση οινοπνεύματος ή τοξικών ουσιών κατά την έννοια και τις προϋποθέσεις του άρθρου 42 Κ.Ο.Κ. (Ν. 2094/1992). Η άνω περίπτωση αποκλεισμού της ευθύνης δεν μπορεί να αντιταχθεί από τον ασφαλιστή κατά του παθόντος τρίτου. Θεμελιώνεται όμως δικαίωμα αναγωγής του ασφαλιστή κατά του ασφαλισμένου ή του αντισυμβαλλομένου του ασφαλιστή με αίτημα την καταδίκη των τελευταίων να καταβάλουν σε αυτόν (στον ασφαλιστή) όσα ο τελευταίος υποχρεωθεί να καταβάλει στον παθόντα τρίτο.
η) Η περίπτωση της §11 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ, δηλαδή η μεταφορά επιβατών ή φορτίου πέρα του ανωτάτου ορίου εκ της άδειας κυκλοφορίας ή των σχετικών αποφάσεων των αρμοδίων αρχών.
θ) η περίπτωση της § 9 του άρθρου 25 της Κ4/585/1978 ΑΥΕ, ήτοι η πρόκληση ατυχήματος σε τρίτο πρόσωπο από όχημα που κατά το χρόνο του ατυχήματος δε χρησιμοποιείται για τη χρήση που καθορίζεται στο ασφαλιστήριο και στην άδεια κυκλοφορίας του.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ: Το ανωτέρω κείμενο απευθύνεται κυρίως σε πολίτες και όχι μόνο σε νομικούς. Για το λόγο αυτό και για την ουσιαστικότερη κατανόησή του οι πληροφορίες που αναρτώνται είναι γενικές και απλουστευμένες καθώς στοχεύουν στην ενημέρωση των μη νομικών και όχι στη συνεισφορά σε επιστημονικό επίπεδο.